Πέμπτη 21 Ιανουαρίου 2010

Διάθεση δημόσιας πληροφορίας στο Ην. βασίλειο



Η βρετανική κυβέρνηση αποφάσισε να διαθέσει σε προγραμματιστές περισσότερα δημόσια δεδομένα για τη δημιουργία ενός «νέου κύματος» ψηφιακών εφαρμογών. Αν και το σχετικό site Data.gov.uk «τρέχει» σε δοκιμαστική φάση τους τελευταίους έξι μήνες, η κυβέρνηση της Βρετανίας εγκαινιάζει επίσημα σήμερα το site ανακοινώνοντας τη διαθεσιμότητα 3.000 βάσεων δεδομένων.

Την ίδια στιγμή, στην άλλη άκρη του Ατλαντικού η παρόμοια ιστοσελίδα των ΗΠΑ διαθέτει λιγότερες από 1.000 βάσεις. Με τον ιδρυτή του World Wide Web Foundation, Tιμ Μπέρνερς Λι, να τελεί τα επίσημα εγκαίνια του site οι Βρετανοί φιλοδοξούν να κρατήσουν τα ηνία στη διαδικτυακή διάθεση της δημόσιας πληροφορίας και την εξυπηρέτηση της κοινωνίας των πολιτών.

Μέχρι στιγμής 2.400 προγραμματιστές έχουν εγγραφεί για να κάνουν τεστ στην ιστοσελίδα και να προσφέρουν την τεχνογνωσία τους ενώ έχουν δημιουργηθεί 10 εφαρμογές. Μεταξύ αυτών η εφαρμογή «PlanningAlerts», μια δωρεάν υπηρεσία ειδοποίησης για τα σχέδια δόμησης κοντά στην οικία του εκάστοτε χρήστη καθώς και η «FillThatHole», υπηρεσία καταγγελιών για κακοτεχνίες σε δρόμους. Άλλες εφαρμογές αφορούν την καταγραφή αυτοκινητιστικών ατυχημάτων, στατιστικά για τους επιβάτες αεροπλάνων, πληροφορίες για τη γεωργία και για αποτελέσματα σχολικών εξετάσεων.

Πηγή: www.kathimerini.gr με πληροφορίες από techcrunch

Σάββατο 16 Ιανουαρίου 2010

ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ «A Defense of Intellectual Property Rights»



ΔiΜΕΕ Τεύχος 4/2009 – Έτος 6ο

Λάμπρος Κοτσίρης, Καθηγητής, Αντεπιστέλλον Μέλος της Ακαδημίας Αθηνών

ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
Richard Spinello & Maria Bottis (πρόλογος Καθ. Διονυσίας Καλλινίκου),
«A Defense of Intellectual Property Rights», Edward Elgar Publishing, 2009


Το βιβλίο των Spinello & Bottis, Α Defense of Intellectual Property Rights, Εdward Elgar Publishing 2009 εκδίδεται σε μια εποχή όπου τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας βρίσκονται υπό σαφή αμφισβήτηση. Η αμφισβήτηση αυτή προβάλλεται και με τον μεταστρουκτουραλισμό, ο οποίος ήταν πάντοτε επιφυλακτικός με την ιδέα ενός δημιουργού ως αυτόνομης μοναδικής μορφής -για τον λόγο αυτόν και γίνεται λόγος για τον «θάνατο του δημιουργού» (ενδεικτικά βλ. Barther, The death of the author, στο Image-Music Text: Suk, Originality, Harvard L.Rev. 2002, 1991-1992). Πέραν της ήπιας αμφισβήτησης, η οποία δεν θίγει την πνευματική ιδιοκτησία ως δικαίωμα, αλλά θέτει το ζήτημα της αναζητούμενης πρωτοτυπίας ενός έργου, η πνευματική ιδιοκτησία υφίσταται εντονότατη κριτική διεθνώς με την προβολή ότι στην κοινωνία της πληροφορίας, κυριαρχεί η ελευθερία της πληροφόρησης και το έργο, επομένως, ως πληροφορία γίνεται κοινό αγαθό, στο οποίο δεν μπορεί πια να υπάρχουν αποκλειστικά δικαιώματα (Hoeren, ALAI Congress 2001, NY 2002 348ep., “in dubio pro libertate”, 362). Παράλληλα με τις θέσεις αυτές, τονίζεται ότι η ψηφιακή τεχνολογία σκιάζει τη διάκριση μεταξύ ανάγνωσης ενός έργου και αντιγραφής του, καθώς για να διαβάσεις κάτι στο Διαδίκτυο πρέπει να το «αντιγράψεις» (Aoki, Stanford L.R. 1996, 1333). Mε σπουδαίο υποστηρικτή τον Lessig (Free Culture. How big media uses technology and the law to lock down and control creativity, 2004) τονίζεται ότι το αγαθό που ανήκει στον δημιουργό μεταβάλλεται σε κοινό αγαθό και ανοικτή πηγή και τελικά, σε κοινό κτήμα. Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και η θεωρία του Benkler (The wealth of networks: how social production
transforms markets and freedom, 2006) περί δημιουργίας μιας «κοινωνικής παραγωγής» με την έννοια ενός συνόλου προσπαθειών για δημιουργία περιεχομένου που δεν θα
βασίζεται σε αποκλειστικά περιουσιακά δικαιώματα, ούτε επιδιώκει πωλήσεις σε αγορά ούτε οργανώνεται γύρω από την περιουσία ή τη σύμβαση για την ίδρυση εταιριών ή
συναλλαγές στην αγορά, αλλά οφείλεται αποκλειστικά στον πλούτο της κοινωνίας που προέρχεται από μη οικονομικής φύσης κίνητρα (παραδείγματα κοινωνικής παραγωγής εδώ
αναφέρονται το καθεστώς των εθελοντικών συνεισφορών όπως το blogging, προγραμματισμός ανοικτών δικτύων, διαδικτυακή μετακίνηση φακέλων και άλλες).

Μέσα σε αυτό το κλίμα αμφισβήτησης έρχεται να προστεθεί η ένταση που προκαλεί η σημαντική διαφορά των συστημάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, του ηπειρωτικού και του αγγλοσαξωνικού-αμερικανικού, όπου το μεν πρώτο τονίζει την ατομοκεντρική αντίληψη για προστασία του δημιουργού πάνω στο δημιούργημά του κατά το δίκαιο της φύσης ενώ το δεύτερο θεμελιώνεται πάνω στην οικονομική πλευρά της πνευματικής ιδιοκτησίας μέσα από μια ωφελιμιστική προσέγγιση.

Ο σκοπός του βιβλίου, μέσα στο κλίμα αυτό, είναι να επαναφέρει στο επίκεντρο του προβληματισμού την ηθική βάση του δικαιώματος του δημιουργού, τη θεωρία του φυσικού δικαίου κατά την οποία ο δημιουργός, επειδή με την εργασία, το ταλέντο και την προσπάθειά του δημιούργησε το έργο του, δικαιούται να απολαμβάνει και το περιουσιακό δικαίωμα σε αυτό (με τους περιορισμούς του, χάριν της ολότητας) αλλά και το ηθικό δικαίωμα. Ξεκινά λοιπόν, εύλογα, με την παράθεση μερικών ακραίων επιθέσεων κατά της πνευματικής ιδιοκτησίας, κατά τις οποίες (ενδεικτικά) «η πληροφορία πρέπει να είναι ελεύθερη» (δηλαδή εντελώς ελεύθερη, ενώ ως πληροφορία εννοούνται όλα τα έργα), ο σχετικός πόλεμος για την απελευθέρωσή της από οποιοδήποτε αποκλειστικό δικαίωμα έχει λάβει τη διάσταση των Ομηρικών πολέμων (Lessig 2002), ενώ κάθε αποκλειστικό δικαίωμα εκμετάλλευσης ενός έργου δεν είναι, καταρχήν, παρά μόνο ένα κακό. Στο τέταρτο κεφάλαιο του βιβλίου περιγράφονται αναλυτικότερα οι διαμαρτυρίες κατά της πνευματικής ιδιοκτησίας, με επιχειρήματα από το διάσημο άρθρο του Βoyle για το δεύτερο κίνημα περιορισμού του δημοσίου κτήματος όσον αφορά στην πληροφορία, τη θεωρία του Lessig για την απειλή της ελεύθερης κουλτούρας από τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και του Aoki, που μιλά για τον ιμπεριαλισμό της πληροφορίας.

Είναι προφανές πως για τη στήριξη της επαναφοράς αυτής απαιτείται η αναδρομή στην ιστορία. Άλλωστε ιστορικά επιχειρήματα χρησιμοποιούν συνεχώς και οι υποστηρικτές της αμφισβήτησης των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας (εντελώς ενδεικτικά, ο Lessig στο βιβλίο του ‘Free Culture’ ανατρέχει στους συντάκτες του Αμερικανικού Συντάγματος και στον Jefferson). Στο κεφάλαιο για την ιστορία της πνευματικής ιδιοκτησίας (όπου περιλαμβάνεται και μια συνοπτική ιστορία των ευρεσιτεχνιών και κάποιες σημειώσεις για τα σήματα) επιχειρείται να ανευρεθούν, εάν αυτό είναι δυνατό, οι βάσεις του σύγχρονου αγγλοσαξωνικού-αμερικανικού συστήματος που προκρίνει την καθαρά ωφελιμιστική προσέγγιση. Με την έννοια αυτή δηλώνεται ότι το κράτος χορηγεί το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας για να δώσει κίνητρα στους δημιουργούς, καθώς χωρίς
αυτό δεν θα υπάρχει η επιδιωκόμενη και αναγκαία παραγωγή έργων (συχνά εδώ γίνεται αναφορά στην αποτυχία της αγοράς, ‘market failure’). Όμως, όπως παρατηρούν
οι συγγραφείς, στην ιστορία της πνευματικής ιδιοκτησίας στην Αγγλία και Αμερική δεν βρίσκουμε το επιχείρημα αυτό έτσι. Αντίθετα, αυτό που περιγράφουν στους λόγους τους
οι Λόρδοι στην περίφημη υπόθεση Donaldson v. Beckett είναι ότι χωρίς το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας, θα ενισχυθεί το μονοπώλιο των εκδοτών (τυπογράφων) και
έτσι, θα περιοριστεί η μελλοντική πρόσβαση του κοινού στα έργα, καθώς αυτά δεν θα υπάρχει η δυνατότητα να διαχέονται κάποια στιγμή ελεύθερα από όποιον επιθυμεί
να τα εκδώσει. Το κέντρο βάρους έτσι φαίνεται πως ήταν η εξασφάλιση της δυνατότητας πρόσβασης του κοινού σε έργα που είχαν ήδη δημιουργηθεί και όχι η ανησυχία μήπως
χωρίς το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας, οι δημιουργοί δεν θα ενδιαφέρονται και δεν θα δημιουργούν πια (το οικονομικό επιχείρημα-βάση του αγγλοσαξονικού-αμερικανικού
δικαίου). Ούτε και την έννοια «κίνητρο» όπως έχει αυτή συμπεριληφθεί στη σύγχρονη αγγλοσαξωνική-αμερικανική θεωρία και την οποία έχει ενστερνιστεί και το ηπειρωτικό
ευρωπαϊκό δίκαιο σε πολύ μεγάλο βαθμό (όχι δηλαδή την απλή ενθάρρυνση, ‘encouragement’, που περιγράφεται στα παλαιά κείμενα όπως στον τίτλο του Νόμου της Βασίλισσας Άννας για το copyright, αλλά το κίνητρο χωρίς το οποίο δεν θα υπάρξει το έργο) ανευρίσκουν οι συγγραφείς του A Defense of Intellectual Property Rights στα ιστορικά παλαιά κείμενα. Επομένως, καταλήγουν οι συγγραφείς, ό,τι κι εάν έγινε και οδήγησε στην οικονομική-ωφελιμιστική θεωρία των κινήτρων, έγινε πολύ αργότερα και δεν στηρίζεται στα κλασσικά ιστορικά κείμενα- πηγή του αγγλοσαξωνικού-αμερικανικού δικαίου περί πνευματικής ιδιοκτησίας.

Άλλωστε, όπως τονίζουν οι συγγραφείς, είναι αλήθεια ότι η ιστορία της πνευματικής ιδιοκτησίας εμπεριέχει πολλές και διαφορετικές θέσεις και απόψεις, από τις οποίες οι σύγχρονοι ερευνητές φαίνονται να επιλέγουν εκείνα τα ιστορικά στοιχεία που κατά την άποψή τους περισσότερο ενισχύουν τις απόψεις τους, είτε υπέρ είτε κατά της πνευματικής ιδιοκτησίας. Συμφωνία δεν βρίσκουν οι συγγραφείς ούτε και ως προς πραγματικά περιστατικά (όχι την ερμηνεία τους), όπως τις ψήφους στη διάσημη και καθοριστική για την πνευματική ιδιοκτησία υπόθεση Donaldson v. Beckett. Τα επιχειρήματα εδώ στηρίζονται σε προσεκτική και λεπτομερή έρευνα στις ιστορικές πηγές του δικαίου και σε πλήρη θεωρητική ανάλυση των σχετικών θεμάτων.

Το τρίτο κεφάλαιο επικεντρώνεται στην ανάλυση του ισχύοντος δικαίου στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη και καλύπτει αναλυτικά και τις ευρεσιτεχνίες και τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας. Το κεφάλαιο αυτό αποτελεί, κατά κάποιον τρόπο, τη βάση του βιβλίου, καθώς η κριτική περιγραφή του ισχύοντος δικαίου περί ευρεσιτεχνιών και πνευματικών δικαιωμάτων (copyright) και στα δύο συστήματα, αγγλοσαξωνικό και ηπειρωτικό, απαιτείται για τη διακρίβωση και των πιθανών θεωρητικών θεμελίων των εκάστοτε λύσεων, αλλά και για τη διαπίστωση του σημείου στο οποίο βρίσκονται από πλευράς ισχύοντος δικαίου σήμερα τα επίμαχα ζητήματα και προβληματισμοί.

Ένα από τα ερωτήματα που είναι κρίσιμο είναι κατά πόσο τα δύο συστήματα έχουν πλησιάσει το ένα το άλλο. Ως προς αυτό, παρατηρείται ότι η Ευρωπαϊκή τάση είναι προς
την υιοθέτηση, πρακτικά, του ωφελιμιστικού-οικονομικού μοντέλου προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας και η απομάκρυνσή της από την ίδια της την παράδοση, η οποία
υποστηρίζει σθεναρά τη φυσικού δικαίου προέλευση των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας. Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγουν u959 οι συγγραφείς μέσα από τη μελέτη των
Ευρωπαϊκών Οδηγιών περί πνευματικής ιδιοκτησίας, παρατηρώντας παράλληλα ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή φαίνεται να αδιαφορεί, πρακτικά, για τα αποτελέσματα μελετών ακαδημαϊκών ειδικών στο αντικείμενο, τις οποίες μάλιστα έχει η ίδια παραγγείλει-μελέτες που στηρίζονται σε επιστημονική έρευνα με γνώμονα το συμφέρον όλων,
δημιουργών, παραγωγών και της ολότητας. Έτσι, όταν οι ακαδημαϊκοί ερευνητές προτείνουν τη μη επέκταση του χρόνου προστασίας για τα δικαιώματα παραγωγών φωνογραφημάτων αλλά δεν εισακούονται όταν προτείνεται από τους ευρωπαίους νομοθέτες η επέκταση αυτή, προκύπτει ότι το ευρωπαϊκό δίκαιο προσεγγίζει πολύ την αμερικανική
θέση υπέρ της συνεχούς, σχεδόν, επέκτασης του χρόνου προστασίας πνευματικής ιδιοκτησίας, με βάση όμως το οικονομικό επιχείρημα περί παροχής κινήτρων δημιουργίας
νέων έργων. Οι συγγραφείς στη σύγκρισή τους μεταξύ των συστημάτων τονίζουν και την ανεπάρκεια προστασίας στο αγγλοσαξωνικό-αμερικανικό δίκαιο του ηθικού δικαιώματος των δημιουργών, ανεπάρκεια η οποία προκύπτει βέβαια λόγω της υπερίσχυσης του οικονομικού-ωφελιμιστικού επιχειρήματος έναντι του φυσικού δικαιώματος του δημιουργού στο έργο του. Σε πλήρη συμφωνία με την ανεπάρκεια αυτή, στις Ευρωπαϊκές Οδηγίες για την πνευματική ιδιοκτησία δεν γίνεται λόγος για τα φυσικά ηθικά δικαιώματα των δημιουργών στα έργα τους, αλλά αυτό αφήνεται στη διακριτική ευχέρεια των κρατών-μελών. Έτσι κι εκεί παρατηρείται μια σύγκλιση, με στήριξη του ωφελιμιστικού μοντέλου. Στην Ευρώπη άλλωστε, όπως επιτυχημένα παρατηρούν οι συγγραφείς, τιμωρείται ποινικά η πράξη της
εξουδετέρωσης τεχνολογικών μέτρων προστασίας χωρίς να ερευνάται ο σκοπός της εξουδετέρωσης αυτής (αν είναι, για παράδειγμα, η πρόσβαση σε έργο με επίκληση κάποιου
περιορισμού του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας).

Άρα, η Ευρώπη πραγματικά έχει προχωρήσει πέραν των ΗΠΑ, όπου με το Digital Millennium Copyright Act τιμωρείται η πράξη της πρόσβασης με εξουδετέρωση των τεχνολογικών μέτρων προστασίας ψηφιακών έργων. Το συμπέρασμα που διαφαίνεται από τη σύγκριση των συστημάτων και των τελευταίων εξελίξεων με τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες και το Digital Millenium Copyright Act είναι πως η Ευρώπη έχει απομακρυνθεί πολύ από το φυσικό δικαίωμα των δημιουργών στα έργα τους και έχει επικεντρωθεί στο οικονομικό-ωφελιμιστικό επιχείρημα υπέρ της προστασίας δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας.
Οι τάσεις αυτές, με τις οποίες οι συγγραφείς δεν συμφωνούν, δεν μπορούσαν παρά να δημιουργήσουν μια αντίσταση σε θεωρητικό καταρχήν επίπεδο, μια έντονη κριτική
και αμφισβήτηση για την οποία έχει ήδη γίνει λόγος. Έτσι στο τέταρτο κεφάλαιο αναλύονται με λεπτομέρεια οι διαμαρτυρίες αυτές κατά της πνευματικής ιδιοκτησίας, είτε αυτές εδράζονται στην προσβολή και σμίκρυνση του δημοσίου κτήματος, είτε στην προσβολή του δικαιώματος ελεύθερης έκφρασης, είτε στην απειλή στην ελεύθερη κουλτούρα με πρωτεργάτη τον Lessig και αλλού. Οι συγγραφείς παραθέτουν και τις προτεινόμενες από τους διαμαρτυρόμενους λύσεις (ανοικτές πηγές πληροφόρησης κ.λπ.) αλλά παράλληλα παρατηρούν πως η ιδιότητα ενός έργου ως ψηφιακού δεν μπορεί να σημαίνει και πως αυτό αυτόματα πρέπει να παραδίδεται στο κοινό ελεύθερο πνευματικών δικαιωμάτων, ερήμην του δημιουργού του.

Οι συγγραφείς επίσης περιγράφουν και τις θεωρίες της μεταμοντέρνας κριτικής (Foucault και άλλων) κατά τις οποίες τα έργα στερούνται συγκεκριμένου νοήματος, συγγραφείς-
πρωτότυποι/αληθινοί δημιουργοί δεν υπάρχουν και τα έργα είναι αποτελέσματα της υπολανθάνουσας δράσης κοινωνικών (και όχι ατομικών) δυνάμεων. Πραγματικά η θεωρία επηρεάστηκε από τις ιδέες αυτές και πολλοί μεταγενέστεροι θεωρητικοί υιοθέτησαν στοιχεία της (Benkler, Boyle, Ginsburg κ.λπ.). Παρόλα αυτά, οι συγγραφείς εδώ επιστρέφουν στην κλασσική αντίληψη περί δημιουργού, σε αυτό που η μεταμοντέρνα κριτική αποκαλεί «ρομαντικό μύθο», δηλαδή στον συγγραφέα και ρωτούν:

Όταν ο Σαίξπηρ έγραφε:
“O! she doth teach the torches to burn bright
It seems she hangs upon the cheek of night
Like a rich jewel in an Ethiop’s ear
Beauty too rich for use for earth too dear!” (Αct 1, Sc. 5)

ήταν άραγε αντιγραφέας κάποιου άλλου, ή οι στίχοι αυτοί ήσαν άραγε ένα δημιούργημα μιας υπολανθάνουσας κοινωνικής ‘συνιστώσας’, ή μήπως, αντίθετα ήταν ο ίδιος ο Σαίξπηρ ένας αληθινός δημιουργός; Εάν δε συμβαίνει πραγματικά να μην υπάρχει αληθινή δημιουργία, γιατί άραγε αποδίδουμε νομικές ευθύνες για τα έργα των ανθρώπων
(για προσβολή προσωπικότητας, u949 åξύβριση, δυσφήμιση κ.λπ.) και επιρρίπτουμε αυτές τις ευθύνες στους ίδιους, αντί να ισχυριστούμε ότι δεν είναι οι αληθινοί δημιουργοί
τους; Kαι πώς, αφού κανένα κείμενο δεν έχει συγκεκριμένο νόημα, δοσμένο από τον δημιουργό του, πώς δεχόμαστε ότι το ίδιο το κείμενο που στηρίζει τη θέση αυτή έχει οποιοδήποτε συγκεκριμένο νόημα το ίδιο, ώστε να μας πείσει για την έλλειψη νοήματος όλων των άλλων, όμως, κειμένων;

Όχι, τονίζουν οι συγγραφείς, ο δημιουργός υπάρχει, το έργο υπάρχει και εκφράζει την ανθρώπινη πνευματικότητα, προσωπικότητα, το έργο έχει νόημα, ανεξάρτητα από το εάν
κάποιος μεταγενέστερος αναγνώστης μπορεί να διαγνώσει, ίσως, και κάποιες άλλες ιδέες και νοήματα που ίσως ο δημιουργός του δεν είχε στο επίκεντρο της σκέψης του. Συνεπείς προς τη στήριξη της μετριοπάθειας στη σκέψη τους οι συγγραφείς δίνουν μια σειρά παραδειγμάτων όπου η πνευματική ιδιοκτησία πραγματικά ξεπέρασε τα εύλογα όρια. Σε αυτά συμπεριλαμβάνουν το αμερικανικό Copyright Term Extension Act, το οποίο με άνεση χαρακτηρίζουν αντισυνταγματικό νομοθέτημα, τις αμερικανικές υποθέσεις State Street Bank & Trust v. Signature και AMAZON one click, με τις οποίες αποδόθηκαν δικαιώματα ευρεσιτεχνίας εκεί όπου δεν υπήρχε εφεύρεση, και το Digital Millennium Copyright Act όπου η τεχνολογική προστασία ακυρώνει ουσιαστικά την έννοια της πρόσβασης στο έργο.
Έτσι, η συζήτηση για την αναζήτηση της μέσης «χρυσής» λύσης, της ισορροπίας, δεν μπορεί παρά να επιστρέψει στην ουσία του θέματος, δηλαδή στην αναζήτηση των θε-
μελίων της πνευματικής ιδιοκτησίας. Αυτό γίνεται στο πέμπτο κεφάλαιο, όπου ερευνώνται οι φιλοσοφικές θεωρίες κυρίως του Λοκ. Οι συγγραφείς ανατρέχουν στη διάσημη
θεωρία του Λοκ περί εργασίας και ιδιοκτησίας, κατά την οποία ο καθένας δικαιούται ιδιοκτησία στο αποτέλεσμα της εργασίας του, αρκεί να μένει από το αγαθό που ιδι-
οποιήθηκε ο εργαζόμενος «αρκετό και το ίδιο καλό και για τους υπόλοιπους». Κατ’ αναλογίαν, η ίδια θεωρία για την ιδιοκτησία στα φυσικά αγαθά, μπορεί να εφαρμοστεί
και στην πνευματική ιδιοκτησία. Οι συγγραφείς αναλύουν επίσης και τη θεωρία του Χέγκελ για την πνευματική ιδιοκτησία, κατά την οποία το έργο αποτελεί έκφραση και
«επέκταση» της προσωπικότητας του δημιουργού, όπως αποτελεί και έκφραση της ατομικής του βούλησης. Οι δύο θεωρίες, του Λοκ και του Χέγκελ, αντιπαρατίθενται κριτικά
προς τη θεωρία του ωφελιμισμού, η οποία συνδέεται και με τις θέσεις των Mill και Bentham. Προτάσσεται η δεοντολογική θεωρία (Καντ) και η θεωρία των Λοκ και Χέγκελ
ως το πιο κατάλληλο επιχείρημα υπέρ της στήριξης των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας ως φυσικά δικαιώματα του ανθρώπου, καταγόμενα από το φυσικό δίκαιο.

Οι συγγραφείς δεν απορρίπτουν την ωφελιμιστική θεωρία περί κινήτρων δημιουργίας, απλά προτάσσουν τη θεωρία του φυσικού δικαιώματος του δημιουργού. Η επιχειρηματολογία συνεχίζεται στο έκτο κεφάλαιο, με τίτλο «υπερασπίζοντας τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας», όπου προστίθενται και σύγχρονοι θεωρητικοί οι οποίοι επίσης στηρίζουν την πνευματική ιδιοκτησία στο φυσικό δίκαιο.

Στο ίδιο κεφάλαιο, απορρίπτεται κάθε ιδέα περί «συλλογικής» δημιουργίας έργων του ανθρωπίνου πνεύματος, με την έννοια, για παράδειγμα, ότι το κοινό, διαβάζοντας ένα
βιβλίο, του αποδίδει ένα νόημα συλλογικά, νόημα μάλιστα ανεξάρτητο από εκείνο που είχε στο νου του ο δημιουργός του. Ο Επίλογος συνοψίζει τα επιχειρήματα και τις θέσεις των προγενέστερων κεφαλαίων.

Το βιβλίο εκδίδεται σε έναν καιρό που οι πολέμιοι της πνευματικής ιδιοκτησίας αγωνίζονται μέσω πολλών forum (ερευνητικών κέντρων όπως το Berkman Center for Internet and Society του Harvard Law School το Center for Public Domain του Duke Law School των ΗΠΑ, η αμερικανική ένωση ανθρωπίνων δικαιωμάτων-ACLU- κ.ά.) και ιδιαίτε-
ρων εφαρμογών (ανοικτό λογισμικό, άδειες χρήσης έργων creative commons, δημόσια αποθετήρια έργων και πολλά άλλα προτεινόμενα). Το κλίμα, ιδιαίτερα στην ακαδημία
διεθνώς, είναι ξεκάθαρα αρνητικό για τους υπερασπιστές των δικαιωμάτων αυτών. Έτσι, το βιβλίο μπορεί να δίνει την εντύπωση μιας επιστροφής σε ξεπερασμένες συντηρη-
τικές ιδέες, μιας επιστροφής σε ένα παρελθόν στο οποίο όσοι πολεμούν για την πλήρη, ει δυνατό, ανατροπή του συστήματος copyright είναι βέβαιο πως δεν επιθυμούν
να επιστρέψουν. Διακινδυνεύουν επίσης οι συγγραφείς να απομονωθούν μέσα σε ένα πλήθος άλλων διεθνών εκδόσεων, μέσα σε ένα γενικό ρεύμα κατά της πνευματικής ιδιοκτησίας γενικότερα.

Μια προσεκτικότερη ματιά όμως αποκαλύπτει ότι οι συγγραφείς δεν επιθυμούν παρά ένα μέτρο στην προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας, για το οποίο και παραπέμπουν στον Αριστοτέλη, ενώ παράλληλα εμμένουν στο δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας ως φυσικό δικαίωμα του δημιουργού. Στον Επίλογο παρατηρείται ότι την πνευματική ιδιοκτησία είναι δυνατό να τη στηρίζουν μαζί και το ηθικό/φυσικό δικαίωμα με βάση τον Λοκ/Χέγκελ, αλλά και το οικονομικό-ωφελιμιστικό (που επικρατεί στο common law). Αν όμως κληθεί κάποιος να επιλέξει αναγκαστικά μία από τις δύο αυτές θεμελιώσεις, θα πρέπει να επιλέξει το φυσικό δικαίωμα: αληθινά, αν ο δημιουργός δικαιούται προστασία του έργου του μόνο και μόνο επειδή τυχαίνει η προστασία να δίνει το (μόνο) κίνητρο δημιουργίας προς όφελος όχι του ιδίου, αλλά του κοινωνικού συνόλου, ο δημιουργός μετατρέπεται σε εργαλείο δημιουργίας έργων και εφευρέσεων μόνο για την εξυπηρέτηση άλλων, της ολότητας. Είναι φανερό πως η κατασκευή αυτή υποβιβάζει το άτομο σε εργάτη για το κοινό καλό και βέβαια, θυμίζει άλλες εποχές και συστήματα, σίγουρα όχι δημοκρατικά.

Αυτή ίσως είναι και η πιο εύστοχη παρατήρηση του βιβλίου σχετικά με την αποτυχία της αποκλειστικότητας του ωφελιμιστικού επιχειρήματος, ως βασικό θεμέλιο της προστασίας
της πνευματικής ιδιοκτησίας. Επειδή (όπως οι συγγραφείς εξέθεσαν στο δεύτερο κεφάλαιο για το ισχύον νομικό καθεστώς στην Ευρώπη για το copyright και τις ευρεσιτεχνίες)
o Ευρωπαίος νομοθέτης έχει κλίνει ξεκάθαρα υπέρ της ωφελιμιστικής θεωρίας, πιθανώς βιβλία σαν και αυτά να συμβάλλουν, οσοδήποτε ελάχιστα, σε μια επαναδιαπραγμά-
τευση του θέματος προς την ορθή κατεύθυνση του μέτρου.

Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για μια πρωτότυπη και ολοκληρωμένη μελέτη με πλήρη θεωρητική θεμελίωση, εκτενή βιβλιογραφία εξαιρετικά προσεγμένη και χωρίς κενά, η
οποία προσθέτει ένα σημαντικό - και καλαίσθητο - έργο στη διεθνή βιβλιογραφία για την πνευματική ιδιοκτησία.

Αναδεικνύει το μεγάλο φιλοσοφικό προβληματισμό, με τις θεωρητικές και πρακτικές διαστάσεις του, σχετικά με αυτήν αλλά και ιδιαίτερα την αρετή των συγγραφέων για
εμμονή στην ιστορικότητα και τη σημασία της πνευματικής ιδιοκτησίας για τον πολιτισμό σε μια εποχή που της λέξης αυτής το περιεχόμενο εξαφανίζεται.

Cyberlaw Developments of 2009 in USA


http://www.sedulitygroups.com/images/cyberlaw.jpg

1) Eric Goldman posts in his blog some important and very interesting cyberlaw cases:

These concern trademark infringment, antispam litigation, copyright infringment, online agreements, content disputes, keyword advertising, etc.
See: Technology & Marketing Law Blog

2) In the same blog John E. Ottaviani states his own list. He namely states that:
"Eric will post his own list later, but I thought we could start off the holiday season with one person’s view of the top Cyberlaw developments of 2009. It was an interesting year. While intellectual property issues continue to dominate, and we continue to see plaintiffs and their attorneys running smack into Section 230 of the Communications Decency Act, we’ve also seen developments in the areas of Constitutional law, criminal law, and state and federal regulation. So, let’s recap 2009. Unlike David Letterman’s lists, this list is in no particular order of importance".

This list includes following topics:

1. File Sharing Decisions.
2. Rise of Copyright First Sale Doctrine.
3. Demise of “Use in Commerce” Defense in Keyword Cases.
4. Internet Gambling.
5. State Attempts to Regulate the Internet.
6. Attempts to Criminalize Breaches of Terms of Use.
7. Online Endorsements.
8. DMCA Take-Down Notices.
9. Section 230 of the Communications Decency Act.
10. Right to Privacy.

See Top Cyberlaw Developments of 2009

3) Top 10 Copyright Law Scandals That Rocked the World in 2009

A Decade of Copyright Litigation with particular interest to Cyberlaw is reviewed in Law Vibe

The author states, in more particular, that: "When January 1, 2000 came about there was a great deal of uncertainty about the future of copyright. The DMCA had just became law a few years prior and the lawsuit between the RIAA and Napster was just starting to make headlines. There was clearly a war brewing but no one was sure where it would lead.
The 2000s were the decade of that war. From the opening bell to an ongoing conflict today, the Web grew up to a point where copyright industries could no longer ignore it and they began to fight back as well as embrace it.
It was a decade of copyright conflict, as well as new ideas and new technology. Looking back on it, it is almost impossible to pick the ten biggest stories, especially since history is yet to decide what is most important, but I decided to make a run at it nonetheless."


http://lawvibe.com/top-10-copyright-law-scandals-that-rocked-the-world-in-2009/#ixzz0clOTAMxP


These top stories include the following:

10. Apple Sues Psystar
9. SCO Tries to Kill Linux
8. UMG and Viacom Take On Veoh and YouTube
7. Perfect 10 Sues Google
6. The Google Book Search Saga
5. The Pirate Bay Saga
4. Three Strikes
3. Grokster Sets a New Standard
2. The RIAA Lawsuits
1. Napster Shuts Down

Παρασκευή 15 Ιανουαρίου 2010

3rd International Seminar on Information Law 2010

"An Information Law for the 21st Century"

When: June 25-26, 2010
Where: Department of Archive and Library Science-Graduate Program
In the Seminar, we will have invited presentations and reviewed papers’ presentations.

Call for Papers: papers on all major themes of information law and ethics are welcome. We are particularly interested in intellectual property, data protection, privacy, freedom of speech, ethics and information technology, internet filtering, freedom of information, human rights and information.

Paper length: around 15 pages A4. Longer papers are welcome.

Abstracts due May 1st-final papers June 1, 2010

Abstract length: 500 words.


COMMITTEES:

Organizing Committee:
Rania Konsta
Katerina Tzali
Gianna Siameti
Nikos Anastasiou
Program Committee: (alphabetical order)
George Bokos
Maria Bottis
John Papadakis
Sozon Papavlasopoulos
Marios Poulos
In the Seminar, we will have invited presentations and reviewed papers’ presentations. The Seminar Proceedings will be published. The proceedings of the second international seminar on information law have been published by Nomiki Vivliothiki.

For information (speakers/photos etc) on the First and Second International Seminar on information law see: http://cepe2009.ionio.gr. See Pre-event seminar/Past Seminar

See Pre-event seminar/Past Seminar

Researchers interested on presenting please contact botti@otenet.gr

Τετάρτη 6 Ιανουαρίου 2010

Η CNIL μπλοκάρει την εφαρμογή του νόμου Hadopi


omadeon.wordpress.com/.../hadopi-rien-va-plus/

Η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων της Γαλλίας "πατάει το φρένο" στην εφαρμογή του νόμου Hadopi ή νόμου των "τριών χτυπημάτων" ("three strikes"), με τον οποίο επιβάλλονται κυρώσεις σε όσους χρήστες του Διαδικτύου επανειλημμένα κατεβάζουν παράνομα έργα.

Ειδικότερα, από την αρχή του έτους ο νόμος των "τριών χτυπημάτων" θα έπρεπε να βρίσκεται σε ισχύ, αλλά αυτό δεν συμβαίνει λόγω της σθεναρής στάσης που τηρεί η παραπάνω Αρχή.

Η Εθνική Επιτροπή για την πληροφορική και τις θεμελιώδεις ελευθερίες (Commission nationale de l’informatique et des libertés - CNIL) ιδρύθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1970, προκειμένου να εφαρμοστεί η νέα νομοθεσία προστασίας της ιδιωτικής ζωής, και να ασκεί έλεγχο στις βάσεις δεδομένων της κυβέρνησης και στην επεξεργασία προσωπικών δεδομένων. Το κεντρικό σύνθημα της Αρχής είναι ότι "η τεχνολογία των πληροφοριών πρέπει να σέβεται την ανθρώπινη ταυτότητα, τα ανθρώπινα δικαιώματα, την ιδιωτική ζωή και τις ελευθερίες" και μέχρι σήμερα δεν έχει πεισθεί ακόμη ότι ο νέος νόμος το πράττει αυτό.

Το πιο φλέγον θέμα του νόμου είναι η Επιτροπή (αρχή Hadopi) που θα εποπτεύει τη διαδικασία αντιμετώπισης των χρηστών. Η Αρχή Hadopi θα καταρτίζει καταλόγους των (υποτιθέμενων) παραβατών, μαζί με τις ημερομηνίες, τον αριθμό των παραβάσεων, των κυρώσεων, κλπ. Η CNIL θέλει να βεβαιωθεί ότι αυτή η συλλογή δεδομένων θα σέβεται την ιδιωτική ζωή και γι 'αυτό αρνήθηκε να εκδώσει την απαραίτητη έγκριση που χρειάζεται η κυβέρνηση για να θέσει το νόμο σε λειτουργία. Η CNIL ζητά περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο συλλογής των δεδομένων Hadopi και των διαδικασιών αρχειοθέτησης.

Μέχρι να λάβει τις σχετικές απαντήσεις, ο νόμος τίθεται σε αναστολή. Η κυβέρνηση φαίνεται έτοιμη να παράσχει στην CNIL τις πληροφορίες που ζητά και έτσι ο νόμος Hadopi πιθανότατα θα ισχύσει μετά από λίγους μήνες.

Βλ. σχετικά:
La Tribune article (French) (latribune.fr)
http://www.cnil.fr/
France three strikes law delayed by govt's own data watchdog

Δευτέρα 4 Ιανουαρίου 2010

Ηλεκτρονικά συγγράμματα στα Πανεπιστήμια

Στο διαδίκτυο σχεδιάζει να αναρτήσει όλα τα πανεπιστημιακά συγγράμματα το υπουργείο Παιδείας. Το νέο σύστημα βρίσκεται προς επεξεργασία ενώ σύμφωνα με την κυβέρνηση, στην επέκτασή του θα σηματοδοτήσει την εισαγωγή του «ηλεκτρονικού βιβλίου» στις σχολές της Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΑΕΙ και ΤΕΙ).

Στόχος του νέου συστήματος είναι να ξεπεραστούν τα προβλήματα στη διανομή των συγγραμμάτων που προκαλούνται από τη γραφειοκρατική διαδικασία μεταξύ ακαδημαϊκών οργάνων και εκδοτικών οίκων. Το σύστημα που ισχύει τώρα νομοθετήθηκε επί υπουργίας Γιαννάκου και βασίζεται στη φιλοσοφία του «πολλαπλού συγγράμματος». Συγκεκριμένα, οι φοιτητές δικαιούνται να επιλέξουν και να προμηθευτούν δωρεάν έναν αριθμό συγγραμμάτων ίσο με τον συνολικό αριθμό των υποχρεωτικών και επιλεγόμενων μαθημάτων που απαιτούνται για τη λήψη του πτυχίου. Αν επιλέξουν περισσότερα μαθήματα, το δικαίωμα δωρεάν προμήθειας και επιλογής συγγραμμάτων δεν επεκτείνεται και στα επιπλέον μαθήματα που επέλεξαν και εξετάστηκαν οι φοιτητές, ακόμη και αν αυτά υπολογίζονται για τη λήψη του πτυχίου.

Επίσης, οι διδάσκοντες προτείνουν τουλάχιστον δύο συγγράμματα ανά υποχρεωτικό ή επιλεγόμενο μάθημα. Στη συνέχεια, οι Τομείς των Τμημάτων των ΑΕΙ, κατά τη διάρκεια συνελεύσεων συντάσσουν τους σχετικούς καταλόγους (μέχρι το τέλος Μαρτίου κάθε ακαδημαϊκού έτους, με προοπτική το επόμενο), οι οποίοι και προωθούνται στους εκδοτικούς οίκους, αποκλειστικούς προμηθευτές πλέον των Ιδρυμάτων. Ανάλογα με τη διαθεσιμότητα των συγγραμμάτων διαμορφώνεται η τελική μορφή των καταλόγων. Η τελική παραγγελία γίνεται αφού εγκριθεί οριστικά ο κατάλογος από τις γενικές συνελεύσεις των Τμημάτων.

Σημειώνεται μάλιστα ότι δύο χρόνια μετά την πρώτη εφαρμογή του συστήματος αυτού, για τη φετινή ακαδημαϊκή χρονιά εκταμιεύτηκαν στον τακτικό προϋπολογισμό των Ιδρυμάτων 55 εκατομμύρια ευρώ μόνο για τα Πανεπιστήμια. Τα ακαδημαϊκά όργανα των ΑΕΙ καταγγέλλουν την όλη διαδικασία ως αδόκιμη, χρονοβόρα και χαοτική.
Πηγή: TVXS.gr

BILETA 2010

CALL FOR PAPERS AND CONTRIBUTIONS
BILETA 2010

The 25th Annual Conference of the
British & Irish Law, Education & and Technology
Association

Sunday, 28 – Tuesday 30 March 2010
Vienna, Austria
http://www.univie.ac.at/RI/BILETA2010


Organised by:
Vienna University Faculty of Law
Centre for Legal Informatics
Jointly with
OCG Austrian Computer Society
WZRI Vienna Centre for Legal Informatics

CONFERENCE OUTLINE
The focus of the 2010 annual conference will be on Globalisation, Internet and the Law Cyberspace, globalisation, global civil society and governance remain in the focus of interest, in particular in times of an economic crisis. 2010 is not only the magic year for the European knowledge society (Lisbon target) but may see the birth of an International Organisation deriving its authority from the global civil society. “Electronic life” becomes a reality. Questions of data protection and intellectual property determine more and more our life.

This year’s annual conference focuses on the ways in which law and technology can contribute to a better legal system in the era of globalisation. Law Schools have to contribute to this ongoing evolution in order to maintain efficient rule of law in the knowledge society.

SUBMISSIONS

Proposals are welcome for abstracts and expressions of interest to convene a stream in any of the following areas:

E-learning
• E-learning and legal education
Technology in the law school
• Search technologies
• Document production
• E-discovery
• Knowledge systems and legal ontologies
• Virtual worlds / SNS
ICT law
• Intellectual property – including copyright, open source etc.
• Privacy and data-protection
• Intellectual property law
• Cybercrime – including criminological aspects
• E-commerce
• E-government
• E-justice
• E-democracy
Globalisation and governance
• Globalisation
• ICANN and Internet governance
Legal theory and education
• Legal theory and critical perspectives
• Legal semiotics

There will be a prize-winning competition for the best Postgraduate Student Paper presented at the conference.
Please upload abstracts of approx 500 words in MS Word or PDF via our conference programme MyReview or send an e-mail to Prof. DDr. Erich Schweighofer as soon as possible.
Suggestions for streams (including convenors) are welcome.
Deadline for late submissions: 15 January 2010

A first outline of the conference programme is available at the conference website.
Full papers accepted and presented at the conference will be put forward for peer-review or special editions of journals in the areas of law, technology and education (in particular: JILT/EJLT www.ejilt.org).
The OCG Austrian Society of Computers and Law is considering to produce printed conference proceedings.
The accepted papers will be published with 15 December 2009 (early submissions) respectively 31 January 2010 (late submissions).

PROGRAM COMMITTEE
Programme Committee
General Chair
Dr. Burkhard SCHAFER, University of Edinburgh
Prof. Dr. AbdulHusein PALIWALA, University of Warwick
Sefton BLOXHAM, University of Cumbria Programme
Prof. DDr. Erich SCHWEIGHOFER (chair)
Mag. Anton GEIST (assistance)
Local Organisation
General Secretary Eugen MÜHLWENZL
Mag. Anton GEIST (assistance)
Prof. DDr. Erich SCHWEIGHOFER
Stream organisers (status; will be enlarged)
Prof. Dr. Jon BING, University of Oslo (NO): internet governance
Dr. Colette R. BRUNSCHWIG, University of Zurich (CH): visualisation
Prof. Dr. Fernando GALINDO, University of Zaragoza (ES): liaison - SubTech Conference, July 2010, Zaragoza
Prof. Dr. Wolfgang KLEINWÄCHTER, University of Aarhus (DK): internet governance
Head of Unit Dr. Waltraud KOTSCHY, Federal Chancellery (AT): data protection
Lecturer and Director Franz KUMMER, Weblaw, Bern (CH): search technologies
Head of Unit Mag. Peter KUSTOR, Federal Chancellery, Vienna (AT): e-government
Prof. Dr. Friedrich LACHMAYER, University of Innsbruck (AT): legal semiotics
Prof. Dr. Philip LEITH, Queen's University of Belfast (UK): intellectual property
Dr. Thomas MENZEL, Federal Ministry for Education, Art and Culture, Vienna (AT): e-learning
Prof. Dr. Dr. Gerald QUIRCHMAYR, University of Vienna (AT): knowledge systems
Lecturer Judith RAUHOFER, University of Central Lancashire, Preston (UK): data protection Docent Mag. iur. Dipl.-Ing.
Dr. Michael SONNTAG, University of Linz (AT): e-learning
Prof. Dr. Andreas WIEBE, University of Göttingen (DE): intellectual property Director Dr. Arthur WINTER, Federal Ministry for Finance (AT): e-government
Prof. Dr. Dr. Christian STADLER, University of Vienna (AT): e-learning

DEADLINES
Late submissions: 15 January 2010
Notification of acceptance: 31 January 2010 (late submissions)
CONFERENCE LANGUAGE
The conference language will be English.
CONFERENCE FEES
Full fee: EUR 250,- (GBP 223)
Reduced fee: EUR 200,- (GBP 178 )
(for authors, BILETA and OCG members, PC members)
Student fee: EUR 100,– (GBP 89)
One day only: EUR 150,- (GBP 134)
The conference fee does not include accommodation.